Την μνήμη των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας στους μαρτυρικούς Λιγκιάδες τίμησε ο Δήμος Ιωαννιτών με τις εκδηλώσεις που κορυφώθηκαν το πρωί της Κυριακής.
Φέτος συμπληρώνονται 78 χρόνια από την ημέρα που τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής σκόρπισαν τον θάνατο και την φωτιά.
Το πρωί τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου και ακολούθησαν στο χώρο του μνημείου προσκλητήριο νεκρών και κατάθεση στεφάνων.
Στις εκδηλώσεις μνήμης παρέστησαν o Υφυπουργός Προστασίας του Πολίτη κ. Λευτέρης Οικονόμου ως εκπρόσωπος της κυβέρνησης, ο Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργος Αμυράς, ο βουλευτής Ιωαννίνων Σταύρος Καλογιάννης, η βουλευτής Ιωαννίνων Μερόπη Τζούφη, ο Περιφερειάρχης Ηπείρου Αλέξανδρος Καχριμάνης, ο Γενικός Πρόξενος της Αλβανικής Δημοκρατίας στα Ιωάννινα, ο Διοικητής της 8ης Μεραρχίας, η επίτιμη Πρόξενος της Γερμανίας στην Ήπειρο, εκπρόσωποι μαρτυρικών χωριών, πολιτικών κομμάτων, της αστυνομίας, του στρατού και της πυροσβεστικής, του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, περιφερειακών και δημοτικών παρατάξεων, αντιδήμαρχοι, δημοτικοί, καθώς και περιφερειακοί σύμβουλοι και άλλοι.
Παρών και ο μοναδικός επιζών της γερμανικής θηριωδίας Παναγιώτης Μπαμπούσκας.
Η κεντρική ομιλία έγινε από τον Δήμαρχο Ιωαννίνων Μωυσή Ελισάφ, ο οποίος σημείωσε ότι την 3η Οκτωβρίου του 1943 συντελέστηκε η ερήμωση ενός χωριού, των Λιγκιάδων, αλλά την ίδια μέρα συντελέστηκε και το όνειδος ολόκληρου του δυτικού πολιτισμού.
Ακολούθως αναφέρθηκε στη σημασία της μνήμης: «Ναι, οφείλουμε σήμερα να θυμηθούμε και να θυμίσουμε.
Δεν θα περιοριστώ όμως σ΄ αυτά. Η συνεχής επανάληψή τους είναι χρέος μας. Βοηθά στην αντιμετώπιση της καταστροφικής επέλασης της λησμοσύνης. Συντελεί όμως και στην τυποποίηση, η οποία, αναγκασμένη να εστιάζει την προσοχή στα γεγονότα, παρακάμπτει ή αποσιωπά τις καταγωγικές ρίζες των γεγονότων. Και, ίσως, το ακόμη χειρότερο: Δεν φωτίζει και τις ενδεχόμενες συνέπειες αυτού του ανοσιουργήματος, συνέπειες που δεν αφορούν μόνον στην επόμενη γενιά, αλλά και στις επόμενες».
«Τη μοιραία εκείνη μέρα του΄43, εκτός από τους «μεγάλους πρωταγωνιστές» και υπεύθυνους, που άλλωστε δεν ήταν και παρόντες, υπήρχαν και «οι μικροί τροχοί» «της μηχανής του θανάτου» και που, υποτίθεται, ήταν και ανεύθυνοι. Ήταν εκεί, καλοντυμένοι και σιδερόφρακτοι. «Αθώοι» και «ανυποψίαστοι». Ο επιλοχίας που σχεδίαζε, ο λοχίας που πρόσταζε, ο δεκανέας που διαμεσολαβούσε. Αλλά και η πληθώρα των στρατιωτών Ήταν όλοι τους εκεί. Οι «μικροί τροχοί» που «υπηρετούσαν» με συνέπεια τη μηχανή του θανάτου. Που εκτελούσαν «ευσυνείδητα» το «καθήκον» τους. Και βιάζονταν ανυποψίαστοι να το τελειώσουν. Ήταν εκεί όλοι. Βολεμένοι στους εαυτούς τους» σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Ελισάφ και συνέχισε: «Τι συνέβη και οι απλοί αυτοί «άνθρωποι», «οι μικροί τροχοί της μηχανής του θανάτου» έγιναν τέρατα. Και εξαφάνισαν μέσα σε μια μέρα, κάθε ίχνος, έστω και δισταγμού ακόμη, που θα υποδήλωνε ότι κάποτε ήταν και αυτοί άνθρωποι. Τι συνέβη και οι Λιγκιάδες παραδόθηκαν στη φωτιά και το τσεκούρι σε μια μέρα. Που ακριβώς θα εντοπίσουμε την καταγωγική ρίζα αυτού του αποτρόπαιου μετασχηματισμού;
Στην ώρα προφανώς που οι Γερμανοί πολίτες υιοθέτησαν το ανήκουστο και ανεύθυνο: Να πράττουν ελεύθερα το προαποφασισμένο. Ή, όπως περιεκτικά το διατύπωσε πρόσφατα ο Johann Chapoutot με το βιβλίο του «Ελεύθερος να υπακούς: Το μάνατζμεντ από το ναζισμό μέχρι σήμερα».
Η «λογική» του κοινωνικού δαρβινισμού εμπλουτισμένη με στοιχεία ευγονισμού και ρατσισμού οδήγησε την αποτρόπαια και απολιθωμένη σκέψη του παρανοϊκού δικτάτορα σ΄ έναν κανόνα και εκείθεν στο δόγμα που οδήγησε στο θάνατο της σκέψης.
Εκεί παίχτηκε και η μοίρα των Λιγκιάδων. Αλλά και του κόσμου όλου…».
«Με βάση την αρχή αυτή το χρέος του νέου αιώνα που ήδη διανύουμε είναι να αντιστρέψουμε τη σειρά και αντί τα μέσα να υπηρετούν ανεύθυνα τους στόχους να προτάξουμε τους στόχους που θα καλούνται να υπηρετούν τα μέσα της επιστήμης, της τεχνογνωσίας, της τεχνολογίας, αλλά και της δύναμης. Στόχους που συμφιλιώνουν την ομοιότητα με τη διαφορά, το ατομικό καλό με το συλλογικό καλό και εν τέλει το αληθινό με το καλό.
Και αυτό είναι το διαρκές χρέος όλων μας . Ώστε να μη ξαναζήσουμε για μια ακόμη φορά Λιγκιάδες» κατέληξε ο Δήμαρχος στην ομιλία του.