Η Λένα Ναυρόζογλου γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1970. Σπούδασε Ζωγραφική στο εργαστήριο του Π. Τέτση και Χ. Μπότσογλου στην Α.Σ.Κ.Τ Αθηνών. Συνέχισε δεύτερο πτυχίο στη Χαρακτική με ειδίκευση στη Λιθογραφία στο εργαστήριο του Παπαδάκη. Ταυτόχρονα παρακολούθησε 4 χρόνια ψηφιδωτό – όλες τις τεχνικές και για συντήρηση – στο εργαστήριο του Βαλαβανίδη και της Αγγελίδου καθώς και αγιογραφία και μαρμαρογλυπτική. Το ψηφιδωτό είναι η αγάπη της έως και σήμερα. Πολλά ψηφιδωτά κοσμούν ιδιωτικούς και εκκλησιαστικούς χώρους. Κάθε χρόνο συμμετέχει σε ομαδικές και ατομικές εκθέσεις.
Έργα της βρίσκονται σε ιδιωτικές και δημόσιες συλλογές. Εργάζεται ως εκπαιδευτικός Εικαστικών στη Δευτεροβάθμια από το 1995, ενώ “υπηρετεί” με αγάπη και αφοσίωση την Ειδική Αγωγή από το 2000. Το Ίδρυμα Γκανή την έχει τιμήσει με το να έχει στη μόνιμη συλλογή του, κάποια από τα έργα της.
Ιπτάμενα χρώματα
Τα Γιάννινα και η Παμβώτιδα αποτελούν για τη Λένα Ναυρόζογλου αστείρευτες πηγές έμπνευσης και δημιουργίας. Η ιστορία των ανθρώπων τους την συγκινεί, τα νερά της λίμνης και οι μεταμορφώσεις τους τροφοδοτούν με εικόνες την τέχνη της και το οικοσύστημά της την γοητεύει. Στη νέα της δουλειά που παρουσιάζεται στο Ίδρυμα Ι. και Ε. Γκανή, συμπεριλαμβάνονται 37 διαφορετικά ψηφιδωτά έργα τέχνης με θέμα τους 25 είδη πουλιών, τα οποία διαβιούν ή επισκέπτονται συστηματικά τα Γιάννινα και τη λίμνη τους: ο καστανοκέφαλος γλάρος, το βουτηχτάρι, ο κορμοράνος, ο καλαμόκιρκος, ο κοκκινολαίμης, ο τρυποφράχτης, η σταχτοσουσουράδα, η αλκυόνη, ο καρβουνιάρης, ο σπίνος, το ψαρόνι, το λαγγόνι, ο ερωδιός, η χουλιαρόπαπια, το γκισάρι, το κιρκίρι, η πρασινοκέφαλη πάπια, ο ασημόγλαρος, το νανογλάρονο, το κηλιδοβούτι, ο αργυροπελεκάνος, ο πελαργός, ο κύκνος, ο λευκοτσικινιάς και το κιρκινέζι.
Για τη φιλοτέχνηση των έργων αυτών απαιτήθηκε μεγάλη προεργασία. Η Λένα Ναυρόζογλου μεθοδικά αναζήτησε και φωτογράφισε τα πουλιά στις όχθες της Παμβώτιδας και στις στέγες των Ιωαννίνων, ώστε να τα αποδώσει σε ψηφιδωτό. Δεν δημιούργησε, βέβαια, μια ορνιθολογική μελέτη, αλλά αποτύπωσε με καλλιτεχνική ευαισθησία την ιδιαίτερη μορφή κάθε πτηνού. Απεικόνισε τη μεγαλοπρέπεια του πελαργού και του κορμοράνου, τη δύναμη του κιρκινεζιού, την ομορφιά του κύκνου και του ερωδιού, τη χάρη του γλάρου, τη νευρικότητα του βουτηχταριού. Η απόδοση με τη χρήση πέτρινων ψηφίδων των αέρινων αυτών πλασμάτων, τα οποία πετούν στον ουρανό ή στέκουν ανάλαφρα πάνω σε λεπτά κλαριά, διαμορφώνει ένα ενδιαφέρον εικαστικό παράδοξο. Το διαφορετικό μέγεθος των χρωματιστών ψηφίδων, επιπλέον, δημιουργεί την αίσθηση της πινελιάς, ενώ κάθε πέτρα αντανακλά το φως ζωντανεύοντας την εικόνα. Το φόντο, τέλος, όπου είναι τοποθετημένα τα πουλιά, χρωματισμένο σε έντονο μπλε, φωτεινό κίτρινο ή φλογερό κόκκινο, τα αποσπά από το φυσικό τους περιβάλλον και τα εντάσσει στο καλλιτεχνικό σύμπαν της δημιουργού τους.
Οι καλλιτέχνες γοητεύονται διαχρονικά από τα πουλιά. Μαγεύονται από την ομορφιά του φτερώματός τους, συναρπάζονται από τη δυνατότητά τους να πετούν, θαυμάζουν τη συστηματική αποδημία τους σε μακρινούς τόπους. Για τη Λένα Ναυρόζογλου, όμως, τα πουλιά αυτά συνδέονται με τον τόπο της, αποτελούν μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας του και αναπόσπαστο κρίκο του φυσικού του περιβάλλοντος. Διότι το οικείο και προσφιλές της προσφέρει ισχυρό έναυσμα δημιουργίας, τροφοδοτεί την εκφραστικότητά της και απελευθερώνει την υψιπετή φαντασία της.