Στην Επιτροπή Περιβάλλοντος της Βουλής συζητήθηκαν οι εισηγήσεις που συνέταξαν μέλη της Επιτροπής επί των θεμάτων που είχαν συζητηθεί στην Επιτροπή κατά τη διάρκεια της περασμένης χρονιάς και θα συμπεριληφθούν στην ετήσια Έκθεσή της.
Ο Σταύρος Καλογιάννης εισηγήθηκε το θέμα: «Εθνικός Κλιματικός Νόμος – Μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα και προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή», για το οποίο είχε την επιμέλεια, από κοινού με τους Βουλευτές Διονυσία Αυγερινοπούλου, Πρόεδρο της Επιτροπής και Γεώργιο Αρβανιτίδη.
Στην εισήγησή του,μεταξύ άλλωνο Σταύρος Καλογιάννης ανέφερε:
«Το διακύβευμα από την προϊούσα κλιματική κρίση είναι σπουδαίο και αφορά την επιβίωση του συνόλου των ζώντων οργανισμών του πλανήτη μας. Το ζητούμενο της μη αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη άνω του 1,5° Κελσίου ως το 2050, δεν φαίνεται να έχει δημιουργήσει την αντίστοιχη διεθνή δράση για την επίτευξή του.Αντιθέτως, η πορεία της ανθρωπότητας βαίνει σχεδόν σε διπλάσια μέση αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας, περί των 2,5° Κελσίου έως το 2050. Η ΕΕ έχει εκδώσει τον Κανονισμό 2021/1119 ο οποίος θεσπίζει πλαίσιο με δεσμευτικό στόχο την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας στην Ένωση μέχρι το 2050 στο πλαίσιο της Συμφωνίας των Παρισίων και δεσμευτικό στόχο για εγχώρια μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2030. Αυτοί οι στόχοι δεν μπορούν να επιτευχθούν μόνο από την EE. Πρέπει όλες οι χώρες παγκοσμίως, ιδίως οι μεγάλοι ρυπαντές, οι ΗΠΑ, η Κίνα, οι Ινδίες, να δεσμευτούν σε αυτούς τους στόχους.
Ο εθνικός Κλιματικός Νόμος αποσκοπεί σε σταδιακή μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα έως το 2050 και θέτει ενδιάμεσους στόχους για τα έτη 2030 και 2040.
Υιοθετούνται οι τομεακοί προϋπολογισμοί άνθρακα, πενταετούς διάρκειας, στους τομείς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, τις μεταφορές, βιομηχανία, κτίρια, γεωργία και κτηνοτροφία, ως ένα καινοτόμο εργαλείο παρακολούθησης της προόδου της κλιματικής δράσης και της απόδοσης των επιχειρήσεων και του κράτους, αλλά και ως δείκτης καταλληλόλητας για «πράσινες» χρηματοδοτήσεις».
Ο Σταύρος Καλογιάννης κατέληξε σε Συμπεράσματα:
«Η θεσμοθέτηση του πρώτου Κλιματικού Νόμου αποτελεί σημαντικό βήμα για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και την απεξάρτηση της Ελλάδας από τα ορυκτά καύσιμα. Ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες, στις επιταγές της επιστήμης και τις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας μας, ενώ οι ρυθμίσεις του αναμένεται να αποδειχθούν αποτελεσματικές.
Είναι θετικό το γεγονός ότι ενώ για το 2040 δεν υπάρχει ευρωπαϊκός στόχος μείωσης των εκπομπών, η Ελλάδα θέτει στόχο για μείωση κατά 80%.
Η αξιοποίηση του εγχώριου ορυκτού πλούτου και των εγχώριων πηγών ενέργειας, περιλαμβανομένων των μικρών Υ/Η σταθμών και μικρών ταμιευτήρων που συμβάλλουν σε ύδρευση, άρδευση και αντιπλημμυρική προστασία, μπορεί να συνεισφέρει πολλά στην εθνική οικονομία.
Είναι πολύ σημαντική η προβλεπόμενη αναβάθμιση του ηλεκτρικού δικτύου της χώρας εντός της τρέχουσας δεκαετίας. Πολύ σημαντική κρίνεται επίσης η δημιουργία των Gr-EcoIslands, ελληνικών μικρών νησιών στα οποία θα διατεθούν πολύ σημαντικοί πόροι, με στόχο τη μείωση των εκπομπών κατά 80% σε σχέση με το 2019.
Τέλος, από συγκριτική επισκόπηση της περιβαλλοντικής και κλιματικής νομοθεσίας σε διεθνές επίπεδο, καθίσταται σαφές ότι η Ελλάδα έχει προωθημένη περιβαλλοντική και κλιματική νομοθεσία, ενώ με τον εθνικό Κλιματικό Νόμο καλύπτονται τα ζητήματα που απαιτούνται για τον μετριασμό και την προσαρμογή της Ελλάδας στην κλιματική αλλαγή και την επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας».