Ευνοϊκές διατάξεις ισχύουν για κτίρια με παλαιότητα άνω των εκατό ετών και για κτίρια που έχουν κηρυχθεί ιστορικά διατηρητέα μνημεία ή έργα τέχνης, αναφέρει ο Υφυπ. Οικονομικών στον Σταύρο Καλογιάννη,ο οποίος ζήτησε τη διερεύνηση ευνοϊκότερης φορολογικής μεταχείρισης των ιδιοκτητών ακινήτων σε παραδοσιακούς οικισμούς
Τη διερεύνησητης δυνατότητας ευνοϊκότερης μεταχείρισης των ιδιοκτητών ακινήτων σε οικισμούς που είναι χαρακτηρισμένοι παραδοσιακοί, σε ό,τι αφορά στον κύριο και συμπληρωματικό φόρο ιδιοκτησίας ακινήτου, είχε φέρει στη Βουλή ο Σταύρος Καλογιάννης,κατόπιν συνεργασίας που είχε με τον Πρόεδρο του Συρράκου, κ. Γ. Βαΐτση. Το θέμα αφορά τους ιδιοκτήτες ακινήτων σε παραδοσιακούς οικισμούς, λόγω του αυξημένου κόστους συντήρησης ή αποκατάστασης των ιδιοκτησιών τους.
Απαντώνταςστον Σταύρο Καλογιάννη (έγγραφο υπ’αρ. 33220/2023), ο Υφυπουργός Οικονομικών κ. Απ. Βεσυρόπουλοςπαραθέτει τα μέτρα και τις ευνοϊκές διατάξεις που ισχύουν μόνο για τα κτίρια με παλαιότητα άνω των100 ετών, καθώς και για τα κτίρια τα οποία έχουν κηρυχθεί ιστορικά διατηρητέα μνημεία ή έργα τέχνης, επισυνάπτοντας παράλληλα και έγγραφο του Προϊσταμένου της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογίας της ΑΑΔΕ.
Ειδικότερα στην απάντησή του ο κ. Βεσυρόπουλοςαναφέρεται αρχικά στον τρόπο υπολογισμού του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ):
«Στο άρθρο 4 του Ν. 4223/2013για τον ΕΝΦΙΑ περιγράφεται ο υπολογισμός του κύριου φόρου για τα κτίσματα. Ο κύριος φόρος για τα δικαιώματα επί των κτισμάτων, εκτός των ειδικών κτιρίων, ισούται με το γινόμενο της επιφάνειας, του βασικού φόρου, του συντελεστή παλαιότητας κτίσματος, του συντελεστή ορόφου ή μονοκατοικίας, του συντελεστή πρόσοψης, του συντελεστή βοηθητικών χώρων και του συντελεστή ημιτελούς κτίσματος. Ειδικότερα, για τα κτίρια που ανεγέρθηκαν προ του 1930 εφαρμόζεται συντελεστής παλαιότητας 0,8, ενώ για τα κτίρια με παλαιότητα άνω των 100 ετών εφαρμόζεται συντελεστής παλαιότητας 0,6 (αντί του συντελεστή 1,0), γεγονός που μειώνει τον κύριο φόρο για τα συγκεκριμένα κτίσματα.
Στο ίδιο άρθρο, περιγράφεται ο υπολογισμός του κύριου φόρου για τα οικόπεδα και τα γήπεδα. Ο κύριος φόρος για τα οικόπεδα ισούται με το γινόμενο της επιφάνειας και του συντελεστή φόρου. Σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 4223/2013, αν στο οικόπεδο υπάρχει κτίσμα, η επιφάνεια του οικοπέδου για την οποία επιβάλλεται ο κύριος φόρος ισούται με το υπόλοιπο της συνολικής επιφάνειας, αφού αφαιρεθεί η επιφάνεια του οικοπέδου, η οποία αναλογεί στο συντελεστή αξιοποίησης (Σ.Α.Ο.) του οικοπέδου, με βάση τη δόμηση η οποία έχει πραγματοποιηθεί στο οικόπεδο. Στην περίπτωση που το κτίσμα έχει ηλικία 100 ετών ή μεγαλύτερη, καθώς και την περίπτωση που επί του οικοπέδου υπάρχει κτίριο, το οποίο έχει κηρυχθεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο ή έργο τέχνης, θεωρείται ότι ο Σ.Α.Ο. έχει εξαντληθεί.
Στο άρθρο 4, του ν. 4223/2013, περιγράφεται επίσης ο υπολογισμός του φόρου επί της συνολικής αξίας ανά εμπράγματο δικαίωμα επί ακινήτου. Ο φόρος δεν υπολογίζεται για δικαιώματα επί των κτιρίων που είναι προγενέστερα των εκάστοτε τελευταίων 100 ετών και τα οποία έχουν χαρακτηριστεί ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία ή ως έργα τέχνης, καθώς και των αναλογούντων σε αυτά ποσοστών επί των γηπέδων ή οικοπέδων στα οποία βρίσκονται».
Ο Υφυπουργός κ. Βεσυρόπουλος καταλήγει για τον συμπληρωματικό φόρο:
«Τέλος, στο ίδιο άρθρο 4, περιγράφεται η προσαύξηση του φόρου φυσικών προσώπων ανάλογα με τη συνολική αξία της περιουσίας. Στη συνολική αξία της ακίνητης περιουσίας δεν συνυπολογίζεται η αξία των δικαιωμάτων επί των κτιρίων που είναι προγενέστερα των εκάστοτε τελευταίων 100 ετών και τα οποία έχουν χαρακτηριστεί ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία ή ως έργα τέχνης, καθώς και των τυχόν αναλογούντων σε αυτά ποσοστών επί των γηπέδων ή οικοπέδων στα οποία βρίσκονται».