Να απολογηθούν για τα λύματα στην τάφρο της Λαψίστας που έριχνε ο Βιολογικός Καθαρισμός της ΔΕΥΑΙ, κάλεσε τη Δημοτική Αρχή Ιωαννίνων η επικεφαλής της Λαϊκής Συσπείρωσης Δήμου Ιωαννιτών Ο. Τσουμάνη μετά το πόρισμα της Αποκεντρωμένης και την απόφαση για επιβολή προστίμου για κάθε μέρα που συνεχίζει ο Βιολογικός Καθαρισμός της ΔΕΥΑΙ να ρυπαίνει.
Η εκπρόσωπος της «Λαϊκής Συσπείρωσης» χαρακτήρισε εγκληματική την αδιαφορία της Δημοτικής Αρχής και την κάλεσε να απαντήσει πόσο καιρό «πότιζε με λύματα» την Τάφρο της Λαψίστας, με τον Πρόεδρο της ΔΕΥΑΙ να απαντά ότι αυτό γινόταν τον Ιούλιο τον Αύγουστο και το Σεπτέμβριο (!!)
Για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα ο πρόεδρος της ΔΕΥΑΙ άρχισε να μιλάει για νομοθέτες που προβλέπουν την απόρριψη λυμάτων στην Τάφρο της Λαψίστας σε έκτακτες ανάγκες και άλλα φαιδρά, και αφού σύμφωνα με τα παραπάνω είναι όλα νόμιμα, δεν έχει λάβει απολύτως κανένα μέτρο για να μην επαναληφθούν τέτοια φαινόμενα.
Φυσικά η κατασκευή ενός έργου δεν είναι μια έκτακτη ανάγκη αλλά μια προγραμματισμένη εργασία, η οποία ακολουθεί την μελέτη η οποία με τη σειρά της προβλέπει τον τρόπο που οφείλουν να γίνουν οι εργασίες (το έργο της επέκτασης του Βιολογικού δεν είναι το μοναδικό έργο πανελλαδικά, υπάρχει τεχνογνωσία) .
Από τις ερωτήσεις που έκανε η εκπρόσωπος της «Λαϊκής Συσπείρωσης» αναδείχθηκε ότι η Δημοτική Αρχή δεν ενδιαφέρθηκε καν να μάθει αν δημιουργήθηκαν προβλήματα υγείας στον πληθυσμό, αποδεικνύοντας ξανά την εγκληματική της αδιαφορία , ενώ μένει να απαντηθεί (καθώς η Δημοτική Αρχή δεν απάντησε) αν έχουν κατατεθεί και επιπλέον αγωγές από παραγωγούς που πότιζαν εν αγνοία τους τα χωράφια τους με βοθρολύματα . Φυσικά ο Πρόεδρος της ΔΕΥΑΙ δεν απάντησε στην ερώτηση της «Λαϊκής Συσπείρωσης» πόσο προσωπικό έχει η ΔΕΥΑΙ για να κάνει ελέγχους.
Η υποστελέχωση της υπηρεσίας, η καθυστέρηση κατά 16 χρόνια της ολοκλήρωσης της επέκτασης του βιολογικού καθαρισμού η ανερυθρίαστη απάντηση του Προέδρου της ΔΕΥΑΙ, είναι οι τρανότερες αποδείξεις ότι οι ευρωπαϊκές και οι ελληνικές κυβερνήσεις με σχεδιασμένο τρόπο όπως και στην ενέργεια, όπως και στους σιδηροδρόμους, απαξιώνουν υπηρεσίες που προσφέρουν κοινωνικά αγαθά για να τα μετατρέψουν σε εμπορεύματα πανάκριβα για το λαό.