Αξιότιμε κύριε Υπουργέ των Εξωτερικών, κυρία και κύριοι συνάδελφοι από τα Δωδεκάνησα, από την Καρδίτσα, από την Θεσπρωτία από την Καβάλα, κύριε Δήμαρχε της ηρωικής Νήσου της Κάσου, κύριε Πρόεδρε των Σπαρτιατών, κυρίες και κύριοι.
Το συγκλονιστικό γεγονός της επαναστάσεως του 1821 δεν μπορεί να περιοριστεί ως προς τον εορτασμό του. Το επετειακό έτος που συμπληρώθηκαν τα 200 χρόνια δεν αρκεί, πολλώ μάλλον που εκείνο το έτος η χώρα ήταν στη μέγγενη της πανδημίας και οι όποιες εκδηλώσεις είχαν αυτόν τον μεγάλο περιορισμό. Η Βουλή των Ελλήνων συνεχίζει τρία χρόνια μετά, επιμένει να τιμά τα 200 χρόνια από την Εθνική παλιγγενεσία, όχι μόνο με την διατήρηση της κεντρικής της Εκθέσεως αλλά οργανώνοντας και εκδηλώσεις οι οποίες αποτελούν συνοδευτικές συγκλονιστικές εκδηλώσεις εκείνου του κεντρικού μηνύματος και μία από αυτές τις συγκλονιστικές εκδηλώσεις του κεντρικού μηνύματος του 1821 είναι και η συμπλήρωση δύο αιώνων από τον «πατημό», από το ολοκαύτωμα της Κάσου.
Η Βουλή των Ελλήνων πριν έξι χρόνια αποφάσισε να τιμάται αυτό το γεγονός αρχές Ιουνίου κάθε χρόνο, εμείς το τιμούμε σήμερα με αυτή τη μεγάλη, αθρόα προσέλευσή σας και θα ήθελα κι εγώ με τη σειρά μου μετά την κυρία Καμηλάκη να συγχαρώ τους συντελεστάς αυτής της παρουσιάσεως σήμερα εδώ και τους ομιλητές αλλά και την έκθεση που και το μεν και τα δε αφορούν εις το πως ήταν η Κάσσος προ του ολοκαυτώματος, κατά το ολοκαύτωμα, και μετά – γιατί όπως καθετί συσχετίζεται με την Ελλάδα κάθε πατημός, κάθε συμφορά, έχει μέσα και το ζώπυρον, έχει μέσα και το σπέρμα του σηκωμού, του υψωμού και η Κάσος είναι ένα κλασικό δείγμα που μετά το ολοκαύτωμα, η διασπορά που προεκλήθη εξαιτίας του ολοκαυτώματος έδωσε νέες ρίζες, έδωσε νέα ζωή στις Κυκλάδες κυρίως, στην Αλεξάνδρεια, σε άλλες περιοχές, σε υπερατλαντικές περιοχές, και αποδεικνύει ακριβώς αυτή την αρχή του ελληνισμού να μην συντρίβεται από τα ολοκαυτώματα να μην συντρίβεται από τις κακουχίες αλλά να αποτελούν ένα ελατήριο το οποίο εκτινάσσεται, εν συνεχεία, και φέρνει αυτά τα λαμπρά αποτελέσματα.
Είναι άκρως ενδιαφέρουσα η περίπτωσις της Κάσου. Άκρως ενδιαφέρουσα διότι, έχει μέσα στο χρονικό εκείνων των ημερών του τέλους του Μαΐου του 1824 όλα τα στοιχεία που συγκροτούν τα γνωρίσματα του Έλληνα. Έχει τα στοιχεία του ηρωισμού, έχει τα στοιχεία της μικροπρέπειας – όχι εκ μέρους της Κάσου, εκ μέρους εκείνων που όφειλαν να βοηθήσουν Κάσο – έχει τα στοιχεία της συμπαράστασης, έχει τα στοιχεία της αγνόησης, του διχασμού, της ανάτασης, του απίστευτου ηρωισμού και εν συνεχεία, έχει τα στοιχεία επαναλαμβάνω του σηκωμού.
Για να δούμε λίγο την μικρή εικόνα που πυκνά περιέχει όλα αυτά τα στοιχεία. Η πολιορκία της Κάσου εμένα μου θυμίζει σε μικρογραφία την πολιορκία της Κωνσταντινουπόλεως. Τριάντα κανόνια, εξακόσιοι Κάσιοι, λίγες εκατοντάδες Κρητικοί να αντιμετωπίσουν έναν τεράστιο στόλο αφιονισμένων Αιγύπτιων, οι οποίοι θέλανε να δηώσουν το νησί αλλά όχι μόνο να δηώσουν το νησί αλλά να αποκτήσουν και ένα πάτημα στην Κάσο για τα σχέδιά τους μετά- ένα πάτημα ανεφοδιασμού για τα σχέδιά τους μετά για την Πελοπόννησο.
Από την άλλη πλευρά, το νησί, οι κάτοικοι, οι αγωνιστές, οι επίμονοι αγωνιστές οι οποίοι ζητούν βοήθεια από το βουλευτικό· το βουλευτικό απευθύνεται στο εκτελεστικό…κωλυσιεργίες -είμαστε στον δεύτερο εμφύλιο της περιόδου της επαναστάσεως- επικλήσεις ανημποριάς οικονομικής, η βοήθεια δεν έρχεται. Η Κάσος μόνη σαν δεύτερη μικρή Κωνσταντινούπολη αντιμετωπίζει τα κύματα του εχθρού. Τελικά πέφτει. Η καταστροφή επέρχεται και ως εκ θαύματος, μέσα Ιουνίου, ένας μεγάλος στόλος από τα ελληνικά νησιά που δεν είχαν τα μέσα έναν μήνα πριν, να έρθουν στην Κάσο, υπό το ναύαρχο Σαχτούρη φτάνει στην Κάσο η οποία ακόμη καπνίζει από το παρανάλωμα το οποίο είχε προκληθεί. Σώζουν κάποιους τραυματίες, σώζουν κάποιους δυστυχισμένους και αυτός ο στόλος από τα ελληνικά νησιά, την ίδια στιγμή έχοντας φτάσει με καθυστέρηση στην Κάσο δεν κατευθύνεται στα Ψαρά αλλά επιστρέφει πίσω μέσω Σαντορίνης.
Η εκδοχή που τελευταία παρουσιάστηκε στο περίφημο βιβλίο του Ρόντρικ Μπίτον είναι ότι ο λόγος που δεν βοηθήθηκε η Κάσος – πρέπει να τα λέμε αυτά, μη σας φοβίζει η αυτοκριτική, πρέπει να τα λέμε γιατί είναι καθαρτήριος η αυτοκριτική- ο λόγος λοιπόν, που οι Έλληνες δεν έστειλαν εγκαίρως πληρώματα στην Κάσο κατά τον Μπίτον είναι διότι λόγω του θανάτου του λόρδου Βύρωνος στο Μεσολόγγι τον Απρίλιο του 1824, δεν μπορούσε να εκταμιευθεί η πρώτη δόση του δανείου των 40 χιλιάδων λιρών που είχε φτάσει στη Ζάκυνθο αλλά καθηλώθηκε λόγω του θανάτου του εγγυητού.
Η άποψις της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους της Εκδοτικής Αθηνών είναι χειρότερη. Λέει ότι υπήρχαν τα χρήματα αλλά επειδή βρισκόμαστε στη φάση ακριβώς αυτού του απίστευτου διχασμού- ήταν ο δεύτερος εμφύλιος- αυτά τα συμπτώματα του διχασμού δεν απελευθέρωσαν τις δυνάμεις και τις δυνατότητες που είχανε για να αμυνθούν στην Κάσο. Ασχέτως αιτίας το αποτέλεσμα είναι αυτό. Και εδώ βλέπει κανείς ταυτόχρονα και τα υψώματα και τα χαμηλώματα του ίδιου αγωνιζόμενου λαού τις ίδιες στιγμές. Και βλέπει κανείς και προσκυνά αυτόν τον λαό που παρά τις δυσκολίες του, παρά αυτά τα γνωρίσματα τα αντιφατικά, κατάφερε τελικά να επιτύχει την ανεξαρτησία του. Και ο σάλος ο διεθνής που προκλήθηκε από την καταστροφή της Κάσου έπαιξε και αυτό στο φιλελληνικό κίνημα τον ρόλο του για την υποβοήθηση της Ελλάδος.
Οι συμπατριώτες σας, τόσες γενιές πριν, απτόητοι, καθημαγμένοι αλλά – απτόητοι από την καταστροφή, συνέχισαν να πλάθουν τον μύθο της ζωής τους κεχαρισμένα τοις Θεοίς στην Αμοργό, στη Σύρο, στην Αλεξάνδρεια, στο Σουέζ και ήταν εκείνοι οι οποίοι το 1956 στο Σουέζ, ως πλοηγοί που βοήθησαν την ελληνική εξωτερική πολιτική να βάλει χέρι και πλάτη στο καθεστώς Νάσερ που βοηθούσε την Κύπρο στον ΟΗΕ για να συνεχίσει η Αίγυπτος να ελέγχει το Σουέζ και να μην το ξαναπάρουν πίσω οι Αγγλογάλλοι.
Η υπόθεσις της λεγόμενης, όπως ξέρει ο εκλεκτός συμπατριώτης σας υπουργός Εξωτερικών, η υπόθεσις της λεγόμενης υπερήφανης εξωτερικής πολιτικής δεν είναι υπόθεσις αυτοχαρακτηρισμού· είναι υπόθεσις ουσίας. Η περήφανη εξωτερική πολιτική δεν είναι αυτή που αυτοχαρακτηρίζει κανείς τον εαυτό του υπερήφανο εις την εξωτερικήν πολιτική, είναι η εξωτερική πολιτική που ασκείται σοβαρά και στην ουσία υπερήφανη.
Φανταστείτε η Ελλάδα του 1956 εν μέσω Ψυχρού Πολέμου αρνήθηκε να συνταχθεί με την Αγγλία και τη Γαλλία και συντάχθηκε με την Αίγυπτο. Και η τότε ηγεσία της Ελλάδος δεν παρέστησε ότι άσκησε υπερήφανη εξωτερική πολιτική. Έκανε σοβαρά τη δουλειά της γιατί η Αίγυπτος, ως ηγέτης χώρα του αραβικού κόσμου, βοηθούσε το Κυπριακό στον ΟΗΕ. Οι Κάσιοι πλοηγοί ήταν εκείνοι οι οποίοι με άλλους υλοποίησαν αυτή τη βοήθεια . Αυτά όλα τα διδάγματα που έρχονται ανάκατα μέσα από τις στάχτες της Κάσου είναι μια απόδειξη ότι η χώρα μας έχει απίστευτη ανθεκτικότητα και αν δεν είχε τα φαινόμενα που προηγουμένως σας περιέγραψα, αν δεν είχε αυτά τα φαινόμενα του φριχτού διχασμού, της φριχτής φιλονικίας και της φριχτής φιλοπρωτίας, φανταστείτε σε τι επίπεδα η χώρα μας θα είχε εκτοξευθεί.
Συνεπώς, κύριε Δήμαρχε (ν.ν. της Κάσου) τα διδάγματα από τα 200 χρόνια είναι συγκλονιστικά και αυτά τα διδάγματα σε όλη τους την έκταση θα παρουσιαστούν σήμερα εδώ και για την ισχύ και για την ωφέλεια αυτών των διδαγμάτων, θα ήθελα ως Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων να ευχαριστήσω θερμά όλους τους συντελεστές. Να είστε καλά .